Recent Posts

Tuesday, December 31

δύοδεκατρία

τέλειωσε και το φέτος. δε θα πω τπτ. σε όσους ήταν να πω κάποια πράγματα, τα είπα. όσον αφορά το τραγούδι της χρονιάς για μένα είναι αυτό που πάντα καταφεύγω όταν θέλω να πω κάτι και δε μπορώ, όταν θέλω να ηρεμήσω και δε μπορώ, όταν θέλω να θυμηθώ όλες τις χαρές και τις στεναχώριες της χρονιάς. να είστε καλά, να σας αγαπάτε κι όλα γίνονται.



καλή χρονιά να'χουμε.
θωμ

rewind

ιανουάριος: achilleas kyriakidis (larry gus)
φεβρουάριος: mirrors (justin timberlake)
μάρτιος: όλα πριν γίνουν (κωνσταντίνος βήτα)
απρίλιος: ride on/right on (phosphorescent)
μάιος: ally in the ocean (the boy)
ιούνιος: palace posy (boards of canada)
ιούλιος: bound 2 (kanye west)
αύγουστος: the warden (chelsea wolfe)
σεπτέμβριος: 1train (a$ap rocky)
οκτώβριος: hold up (peanut butter wolf)
νοέμβριος: bad guy (eminem)
δεκέμβριος: hold on, we're going home (drake)

dεkαtrια


Thursday, October 17

ουφ λες και κλαις

*akolouthei synaisthimatika fortismeno keimeno*

σήμερα δεν ακούω μουσική. έξω έχει αυτή την απόκοσμη ησυχία που διακρίνει το μετς. το λαπτοπ μου κανει τη χάρη και δεν κάνει σα σκούπα. το μόνο που ακούγεται είναι τα δάχτυλά μου να χτυπάνε τα πλήκτρα (τώρα παρκάρει κι ένα αυτοκίνητο). στο δωμάτιο επικρατεί εκνευριστική καθαριότητα και το αυτοκίνητο μόλις πάρκαρε. ξανά ησυχία.

ξημέρωσε. χτύπησε το ξυπνητήρι. πλύθηκα, ντύθηκα, έφυγα για τη δουλειά. τις τελευταίες μέρες στη δουλειά κάθομαι και δουλεύω μόνος μου στο δωμάτιο, όπως μπαίνεις δεξιά, στον αριστερό καναπέ. η ημερομηνία είναι έξι μαρτίου του δύοχιλιάδεςδεκατρία. στις 18:20 λαμβάνω ένα τηλεφώνημα, τα πόδια μου κόβονται σε κομμάτια, χάνω την οποιαδήποτε δύναμη να διατηρηθω ψύχραιμος, κλαίω, της λέω θα τα πούμε άλλη ώρα ελένη και της το κλείνω. στις 18:30 έχω φύγει απ'το γραφείο, κατεβαίνω τη βουκουρεστίου, κλαίω και δε ξέρω τι να κάνω. αφού έχω πιει μερικές μπύρες και μετά λίγες ακόμα μερικές μπύρες, μιλάω με τη χαζή στο τηλέφωνο, πιο ψύχραιμος και πιο κοντά στο βλάκα που είχε συνηθίσει. ήταν 00:30. κι ενώ προσπαθώ να χαζογελάω όσο γίνεται, μου λέει πως φοβάται μήπως πεθάνει.

-παύση.

δεν ξημέρωσε ακόμα. είναι 06:30 και ξυπνάω με χαμόγελο. έχω μόλις δει στον ύπνο μου πως οι εξετάσεις βγήκανε, η χαζή είναι πιο καθαρή κι απ'το δωμάτιο μου. πλύθηκα, ντύθηκα, έφυγα για δουλειά. τις τελευταίες μέρες στη δουλειά κάθομαι και δουλεύω στο δωμάτιο, όπως μπαίνεις δεξιά, στον αριστερό καναπέ. η ημερομηνία είναι δεκαέξι οκτωβρίου δύοχιλιάδεςδεκατρία. στις 16:00 λαμβάνω ένα τηλεφώνημα, τα πόδια μου κόβονται σε κομμάτια, χάνω την οποιαδήποτε δύναμη να διατηρηθω ψύχραιμος, κλαίω, της λέω θα τα πούμε άλλη ώρα μπιβ και της το κλείνω. στις 16:10 έχω επιστρέψει στη θέση μου για να συνεχίσω να δουλεύω. στο γραφείο μαζί μου κάθονται δίπλα μου η δανάη, απέναντι μου ο σάββας κι ο γιάννης. με βλέπουν να κλαίω και με ρωτάνε τι έχω. "η φίλη μου έγινε καλά."

-παύση.

η γιάννα, η ελένη κι ο στέλιος κάνανε αυτό που έπρεπε να κάνουν κι αυτό που εγώ σαν τρίτος είχα απαίτηση να κάνουν. τίποτα λιγότερο. ο ανδρέας όμως; εγώ, ο τρίτος, δεν είχα την παραμικρή απαίτηση. κι έκανε τόσα κι άλλα τόσα κι η φράση "αιώνια ευγνωμοσύνη" βρήκε έναν ακόμα παραλήπτη.

-παύση.

έχεις χορέψει ποτέ με τη σκία σου; μην απαντήσεις καταφατικά γιατί θα εκτεθείς. δεν έχεις. η γεωργία χόρεψε. αν κι ατσούμπαλη, χόρεψε. κι εγώ δε χαίρομαι γι'αυτό. αυτό ήταν υποχρέωσή της. χαίρομαι όμως γιατί ενώ η σκιά κουράστηκε κι έπεσε, η γεωργία συνέχισε να χορεύει στο ρυθμό που η ίδια είχε επιλέξει. γιατί παρότι όλο αυτό ξεκίνησε με το "φοβάμαι οτι θα πεθάνω" τέλειωσε με το "θωμά.. -παύση."

η γεωργία μου.

Monday, July 8

look out through my eyes

σε λίγο ξημερώνει δευτέρα. στον καναπέ κρεβάτι και σήμερα. κάναμε βουτιές, φάγαμε, ήπιαμε κοκακόλα, οδηγούσε κι άφηνα τα μάτια μου να ταξιδέψουν ως τον ορίζοντα και πίσω. και τώρα κοιμάται δίπλα μου ένω εγώ γράφω εδώ. πριν περίπου δεκαπέντε ώρες ξύπνησε, με κοιτούσε, χαμογελούσε κι ήταν τόσο όμορφη. τώρα, ροχαλίζει. απ'τις βουτιές θα είναι.

δεν είχα βγάλει φωτογραφίες εδώ και πολύ καιρό. και κάθε δυο-τρεις μέρες, έβλεπα τη μηχανή πάνω στη βιβλιοθήκη να με κοιτάει κι αμέσως έστριβα αλλού το βλέμα και το ξεχνούσα. ή τουλάχιστον έκανα πως το ξεχνούσα. το να υπάρχουν άνθρωποι που τους αρέσει η φωτογραφία που κάνεις είναι δίκοπο μαχαίρι. απ'τη μία, χαίρεσαι αφάνταστα που μπορείς και μοιράζεσαι μαζί σου αυτά που κάποτε είδες, που κάποτε φύλαξες σε κάποια μεγκαμπάητ. το μαχαίρι, όμως, έχει και την άλλη πλευρά. αυτή που κόβει. κι όλοι αυτοί οι άνθρωποι που σου λέγανε πόσο τους άρεσε αυτό που κάνεις, ασυναίσθητα τους, σου δημιουργούν μια τεράστια πίεση. πίεση για το αν θα καταφέρεις να ξαναπιάσεις τη μηχανή, αν θα καταφέρεις να σημαδέψεις ξανά το δρόμο, αν αυτό που θα βγάλεις θα'ναι αντάξιο των προηγούμενων, αν αυτό που θα βγάλεις θα είναι ανώτερο απ'όσα έχεις κάνει μέχρι στιγμής. κι αυτή η πίεση ολοένα και μεγαλώνει. κι υπάρχει αυτό που λένε σημείο καμπής. εκεί που κάτι θα συμβεί και θα το παρατήσεις εκ νέου ή θα το ξαναπιάσεις με την ίδια λαχτάρα των προηγούμενων ετών. και στη δική μου περίπτωση, έφτασα σ'αυτό το σημείο προ εβδομάδων. και παρατηρώ ξανά την ίδια λαχτάρα. κι ας μην έχω μαζί μου τη μηχανή. μου αρκεί που έστω κι εγκεφαλικά προς το παρόν, μετατρέπω σε κάδρο αυτές τις νανοστιγμές που παγώνουν το μυαλό μου. κι όταν φτάσει η ώρα, θα μάθετε ποιοι είν'αυτοί που με βοήθησαν. έστω κι αν δεν το κατάλαβαν. έστω κι αν δεν τους ενδιέφερε. εγώ θα τους ευχαριστήσω γιατί τη νανοστιγμή που χρειαζόμουν κάτι για να με ωθήσει, βρέθηκαν αυτοί κι με έσπρωξαν.

σε πέντε ώρες ξημερώνει δευτέρα. έχει καλύψει με τα χέρια της το πρόσωπό της και κοιμάται. πριν πέντες ώρες, έβγαλα φωτογραφία ένα φορτηγό πίσω από ένα βενζινάδικο. της ζήτησα να τη φωτογραφίσω κι αυτή. γιατί μπορεί να ντράπηκα να της το πω αλλά το κείμενο που ήταν γραμμένο στο φορτηγό ήταν γι'αυτή.

καλό ξημέρωμα. που λέει κι ο σταύρος.

Monday, April 22

donuts

χωρίς μουσική. ένα αυτοκίνητο παρκάρει κάτω απ'το σπίτι. μια σεξουαλικώς ενεργή τις τελευταίες δύο εβδομάδες γάτα. μπρούμυτα στο κρεβάτι με καινούργια καθαρή μοκέτα. δεν είναι δεκαεφτάμιση τα τετραγωνικά του δωματίου τελικά. στα 14 το μέτρησε η βιοκαρπέτ. ας πιστέψουμε τους υπάλληλους του καντώνια.

κι αν δεν αναρωτιόμουν τον οκτώβριο πως θα αλλάξουν οι ζωές μας μέσα στον επόμενο χρόνο; δε ξέρω πως να γράψω όσα θέλω να πω. κι αν ο θεός με άκουγε; δε ξέρω πως να γράψω όσα θέλω να πω. έχω προσπαθήσει να γράψω αυτό το κείμενο τέσσερις φορές μέχρι σήμερα. απόψε δε θα πατήσω το x. έβαλα να παίζει σε λούπα το last donut of the night. είχα γκουγκλάρει how to green mile your alter ego. δε βρήκα απάντηση εκεί. προσπάθησα να δω τα σύννεφα όπως τα βλέπει ο terrence malick. ούτε εκεί βρήκα απάντηση. κοιμάμαι και ξυπνάω. κοιτάω το πατζούρι. μετράω τις γρίλιες και κοιμάμαι και ξυπνάω. δε ξέρω πως να γράψω όσα θέλω να πω. απ'τα πρώτα ποστ του μπλογκ μου ήταν το έχω δύο αδερφές και δύο αδερφούς. και μου κανες νάζια τότε. και μετά σου είχα υποσχεθεί να φέρω τον άημακ στον αμέθυστο να δούμε ουαν τρη χηλ. και δεν το έκανα. έχουν μουδιάσει οι γάμπες μου σα να έχω πιει μόνστερ γαμώ την τρίαέψιλον (σόρρυ ελένη). δε θα πατήσω το x απόψε. δεν ακουμπάω τη φωτογραφική μηχανή. έκανε το αθενσβιλ ποστ για το tiger. σαν αυτό που έχει στην κύπρου με την πλαστική κουράδα και την τσίχλα-κατσαρίδα. κι έγραψες όσα έγραψες την τελευταία φορά κι άνοιξε η γη και με κατάπιε και δε σου το 'πα. αλλά γι'αυτό είσαι αρχίδας. γιατί δεν έγραψες οτι μας περιμένει ο θάνος στο ελ.ει. δεν έγραψες που παρα το χάλι σου μ'έχεις κλείσει για συμβόλαιο συμβίωσης στα σαράντα μας. δεν έγραψες οτι επιτέλους μετά από πόσα χρόνια ΔΕ ΣΟΥ ΧΡΩΣΤΩ ΔΩΡΟ. δεν έγραψες οτι ο αντρέας κούρεψε το καζανάκι. δεν έγραψες οτι παίρνεις το γαμωπτυχίο σου. μου γραφες για αλμύρα κι ήλιο. το ότι κλείσανε οι εκδόσεις λυμπέρη και δε θα'χαμε περιοδικά να διαβάσουμε το έμαθες ή όχι; δε ξέρω πως να γράψω όσα θέλω να πω. σ'αγαπώ.

πόσο σημαντικά για τη ζωή μου γίνανε τα ντόνατς μέσα σ'ένα μήνα.

κι αν δεν αναρωτιόμουν τον οκτώβριο πως θα αλλάξουν οι ζωές μας μέσα στον επόμενο χρόνο; την είδα, τη μύρισα, την άγγιξα, τη φίλησα. και χωρίς να το πολυκαταλάβω, μ'έπιασα να τη σκέφτομαι, να της στέλνω μηνύματα, να περπατώ και να χαμογελάω σαν το απροσάρμοστο, να περπατώ και να μη μυρίζω νερατζιές αλλά το άρωμά της. έβαλα να παίζει σε λούπα το the donut of the heart. κι είναι πανέμορφη και της το λέω γιατί όταν το ακούει φωτίζει το πρόσωπό της. κι αποφασίσαμε να στηρίξουμε τα προϊόντα της τρίαέψιλον (εκείνη στη λάητ έκδοσή τους). μου λέει οτι της μαθαίνω πράγματα για ταινίες και μουσικές.  και μου κάνει παράπονα ότι δεν ακούει πάντα όσα της λέω. ίσως αν τα 'λεγα λιιιίγο πιο δυνατά να μ'ακουγε να της λέω πως την έχω ερωτευτεί.

καληνύχτα
θωμ

Thursday, March 21

μπλαστ


Monday, February 18

ας πούμε


τα ανάποδα φιλιά. κι επειδή ξαναήπια πολύ κοκακόλα, θα φτιάξω μια μικρή ταινία στο μυαλό μου. τόση δα μικρή. υπάρχει το αγόρι. δεν έχω αποσαφηνίσει ακόμα μέσα μου τι τύπος είναι. ας πούμε ότι άλλο δείχνει κι άλλο είναι. υπάρχει το κορίτσι. πιο γλυκό απ'όσο βλέπει ο κόσμος. ας πούμε ότι γίνεται γλυκό όταν είναι κοντά στο αγόρι. 

έβλεπα πριν την πρώτη αμερικάνικη ταινία του wong kar wai και συγκρατούσα συγκεκριμένες εικόνες με το μυαλό μου. μπορεί να φταίει και το σάουντρακ. εικόνες που περιελάμβαναν σπασμένα καρέ από δρομολόγια τρένων, που περιελάμβαναν ανάποδα φιλιά, εκείνον να την κοιτάει με τρομερή ηρεμία στο βλέμμα του. κι όλα αυτά ενώ από πίσω ακουγόταν σε λούπα το the greatest της cat power.

ωραία. πάμε πίσω. πάντα πίστευα οτι για να φτιάξεις ένα δομημένο σενάριο θα πρέπει να σκιαγραφήσεις τις προσωπικότητες των χαρακτήρων σου και να επιλέξεις δέκα, είκοσι λέξεις κλειδιά γύρω απ'τις οποίες θα χτίσεις γεγονότα, συναισθήματα, αμηχανες στιγμές, άηχες στιγμές.
αν με λέγανε wong kar wai κι ακολουθούσα τη λογική του μυαλού του θωμά οι λέξεις που έπαιξα μαζί τους ήταν καφέ, blueberry pie, έρωτας, μπαρ, προδοσία, απελπισία, φυγή, καρτποστάλ, τύχη, εμπιστοσύνη, επιστροφή, μεσάνυχτα, φιλί.
στη δική μου ταινία, τις λέξεις με τις οποίες θα παίξω δεν τις έχω βρει ακόμα. αν όμως τραβούσα πλάνα, τα σημεία κλειδιά -αυτά που δεν το καταλαβαίνεις αλλά είναι το άλφα και το ωμέγα- θα ήταν: ανάποδα φιλιά, τρένα, νυχτερινή αθήνα, ντόνατς, δόντια να αγγίζονται, γέλια, μεσημεριανοί ύπνοι, σοκολάτες, ξημέρωμα, κουτάλια.

η χρωματική παλέττα με την οποία έπαιξε ο νοτιοκορεάτης είχε μέσα μπλε, κίτρινο, πράσινο.
στη δική μου, θα 'χει γκρι και κόκκινο.

την ταινία του, την ονόμασε my blueberry nights.
τη δική μου θα την ονόμασω ιστορία.

καληνύχτα
θωμ


Tuesday, February 5

1980

“it was one of those great spring days, it was sunday, and you knew summer would be coming soon. And i remember that morning dorrie and i had gone for a walk in the park and come back to the apartment. we were just sort of sitting around and i put on a record of louie armstrong, which was music i grew up with, and it was very, very pretty, and i happened to glance over and i saw dorrie sitting there. and i remember thinking to myself how terrific she was and how much i loved her. and i don't know, i guess it was a combination of everything, the sound of the music, and the breeze, and how beautiful dorrie looked to me and for one brief moment everything just seemed to come together perfectly and i felt happy, almost indestructible in a way.”

-stardust memories

Monday, February 4

παγκάκι ταράτσας

κυριακή προς δευτέρα. παρέα ξανά με ενάμιση λίτρο κοκακόλα. δώδεκα ευρώ κι ενενήντα λεπτά στο γραφείο δίπλαδίπλα με την απόδειξη απ'το ενοίκιο. υπάρχει κι ο γκίζμο με το σρεκ κι αυτόν τον πύραυλο που μου'χε φέρει μια φορά ο σπύρος.

κι αν αύριο ξυπνούσα, σ'έπαιρνα τηλέφωνο και σου έλεγα πως θέλω να σε δω; θα με ρωτούσες γιατί; θα με ρωτούσες τι συνέβη ή θα έλεγες ναι; κι αν σου έλεγα πως την πανεπιστημίου κι την ακαδημίας τις ξήλωσαν και τις μετέφεραν στη βιέννη; θα με ρωτούσες αν με πείραξε η κοκακόλα ή θα πίστευες ο,τι σου πω;

κι αν σου 'λεγα οτι γκούγκλαρα να δω αν στη βιέννη έχουν θέμα με τα περιστέρια όπως έχουμε εδώ στην αθήνα; θα με πίστευες τότε ή θα'λεγες πως το'χασε ο μικρός; κι αν σ'έπαιρνα τηλέφωνο αύριο το πρωί μόνο και μόνο για να σου πω πως τον απρίλιο βγαίνει η νέα ταινία του terrence malick; θα με περνούσες για καθυστερημένο ή θα καθόσουν το ίδιο βράδυ να ξαναδείς το days of heaven;

κι αν σου'λεγα πως στιγμιαία ξέχασα πως γράφεται το περνούσα και το γκούγκλαρα και το δεύτερο αποτέλεσμα ήταν μια δήλωση του αλέκου συσσοβίτη που ακομπλεξάριστα δηλώνει:  Περνούσα τον εαυτό μου για ωραίο γκόμενο. ; θα με πίστευες; σωστά το'χα γράψει εξ'αρχής. κι αν σου έλεγα πως πριν σχημάτισα στο γραφείο με το δείκτη του δεξιού μου χεριού ένα νοητό τετράγωνο και το πρώτο πράγμα που μου'ρθε στο μυαλό ήταν τα δάχτυλά σου να χαϊδεύουν τα γένια μου; θα με πίστευες τότε ή δεν το θυμάσαι;

κι αν σου 'λεγα πως τόση ώρα ακούγα ράντομ ιντερνετικά βιολιά και τα σταμάτησα για ν'ακούσω σε πέντε ώρες ξημερώνει κυριακή; θα με ρωτούσες τι μου συνέβη ή θα το τραγουδούσαμε παρέα; κι αν σου'λεγα πως η βιέννη απ'το εδιμβούργο μπορούν να απέχουν λιγότερο από δέκα χρόνια; θα με πίστευες ή θ'άνοιγες το γκουγκλ μαπσ για να το τσεκάρεις μόνη σου;

κυριακή προς δευτέρα.
με πιστεύεις;

θωμ

Wednesday, January 23

στο πάρτυ που κανείς δεν ήρθε

πόσο να είναι; σηκώνομαι απ'την καρέκλα και μετρώ στο περίπου με μεγάλα βήματα το πλάτος και το μήκος του. δωμάτιο δεκαεφτά τετραγωνικών περίπου (βάλε ±2), μια μπορντώ λερωμένη μοκέτα (δε φταίω εγώ -έτσι το νοίκιασα το σπίτι), ένα μπουκάλι ενάμιση λίτρου κοκακόλας, το kind of blue του miles davis κι εγώ.

κοιτούσα ένα βράδυ παλιές φωτογραφίες και τυχαία έπεσα σ'εκείνη την περίοδο της ζωής μου που ακόμα και τώρα ντρέπομαι να μιλώ. εικοσιτρείς μαρτίου του εφτά είναι τραβηγμένη η αυτοπροσωποφωτογραφία. έξι παρά το απόγευμα. το θεολόγος έχει αναχωρήσει στις πέντε όποτε με πλάτη στη ραφήνα και με τον ήλιο στα τελευταία του. στο κατάστρωμα δυο φίλοι που βγαίνουν φωτογραφίες (ο ένας πρέπει να'χε κοτσίδα) κι εγώ. γένια που ποτέ δε φύτρωσαν όπως έπρεπε να φυτρώσουν, σκασμένα χείλη εξαιτίας κάποιων κόκκινων χαπιών που καταπολεμούσαν την ακμή που δεν ήθελε να φύγει, μάτια βαθουλωμένα, πενηνταέξι κιλά. η μοναδική φορά στη ζωή μου που άφησα τη θλίψη, το φόβο, την απογοήτευση, τον πόνο, την κατάθλιψη να με κυριεύσουν ολοκληρωτικά. και το κατάφεραν τόσο ένδοξα. σκιά. και τα ξαναθυμήθηκα όλα προχθές. τα κλάματα, τις νύχτες που δεν τελείωναν, τα "ναι μαμά, καλά περνάω", τα πρώτα κλικσ, το she του elvis costello μαζί με το bachelorette της bjork. και μετά μια μέρα, χωρίς καν να το πάρω χαμπάρι εγώ ο ίδιος, δεν επέτρεψα να μου ξανασυμβεί κάτι τέτοιο. μέσα στο κουραδομελό βούτηξα πάλι ο μαλάκας. πρέπει να φταίει που πριν λίγο τέλειωσε το on the road. μην το δεις. διάβασε το βιβλίο καλύτερα. το'χε κι ο ηλίας πέρυσι στο αλομπάρ πάνω απ'τα αλκοόλια. και μιας και σου είπα για ταινία και βιβλίο, δες το the perks of being a wallflower. βγαίνοντας απ'την αίθουσα, ήθελα να φύγουν από πάνω μου δέκα-έντεκα χρόνια. για να ξανακάτσω στο παγκάκι με το σπύρο. όχι όμως για να του λέω πόσο θέλω την πένη καθώς τη βλέπαμε να διασχίζει το προαύλιο μεσημέρι σαββάτου. να ξανακάτσω σ'εκείνο το παγκάκι και να του πω ξέρεις; βρήκα δυο αρχίδια μέσ'στο παντελόνι μου και πήγα και είπα στην πένη τι αισθάνομαι. δέκα-έντεκα χρόνια πίσω. για να μην κάθομαι απλώς να κοιτώ την ξανθή απ'το άλφαένα και να περιμένω τη δώρα και τη μαρία να μου πουν ό,τι μάθανε γι'αυτή. γιατί δε φεύγουν δέκα-έντεκα χρόνια μήπως και καταλάβω γιατί φιλούσα την αλέξανδρα. αφού το ήξερα πως δεν την ήθελα. γύρνα μας πίσω δέκα-έντεκα χρόνια για να δεκαπλασιάσω τις μαλακίες που έκανα. blue in green. δε θα γυρίσουν όμως πίσω ποτέ αυτά τα χρόνια. και θα πρέπει να μάθω να ζω με τις απορίες που μου γέννησαν γιατί οι απαντήσεις που τις συνόδευαν έχουν χαθεί από καιρό. όλα αυτά μου έρχονται κάθε πρωί κυριακής στο μυαλό όταν περνά κάτω απ'το σπίτι ο τύπος με το ακορντεόν. το besame mucho. και κάθε φορά λέει πως αύριο φεύγει για τη ρουμανία για να δει την αδερφή του. και κάθε επόμενη κυριακή είναι πάλι από κάτω να πατάει τα ίδια πλήκτρα. η μέρα της μαρμότας. ακόμα κι οι γάτες στη σκεπή στη γωνία με τη θεοτόκη κάθε μέρα την ίδια πόζα έχουν. και κάθε πρωί έντεκα παρά, με το που στρίψω και σηκώσω το βλέμμα μου προς το σάπιο πράσινο παράθυρο είναι οι γάτες να με κοιτάνε. η μέρα της μαρμότας. κι όταν φτάσω στο γραφείο, θα πω καλημέρα σε όλους, θα βγάλω τα ακουστικά, θα ακουμπήσω το μπακπακ στην καρέκλα, θα βγάλω το λάπτοπ και τα καλώδια, θα βάλω το τάπερ στο ψυγείο, θα κρεμάσω το μπουφάν στον ικέα καλόγερο που συναρμολόγησε ο χριστόφορος ένα μεσημέρι και θα κάτσω στο γραφείο. η μέρα της μαρμότας. μόνο που το δικό μου ρολόι δε δείχνει έξι το πρωί. δε θα σου πω τι δείχνει. πέμπτο ποτήρι κοκακόλα. οι περισσότεροι θα λέτε πως θα πάθω τίποτα και να το χαλαρώσω. η γεωργία όμως ξέρει. τα μισά κινέζικα στο σπίτι με δικά μου λεφτά τα'χουν πάρει. flamenco sketches μου ξύνεις την ψυχή. η ζωή σ'έφερε στο δρόμο μου έγραψε. ευγνωμοσύνη κ αγάπη έγραψε. κι έμεινα εγώ κάτω από τη μπλε κουβέρτα να το διαβάζω και να το ξαναδιαβάζω. πριν που έγραψα για το she και το bachelorette θυμήθηκα μία απ'τις πιο ωραίες φράσεις που άκουσα στο beasts of the southern wild. when it all goes quiet behind my eyes, i see everything that made me flying around in invisible pieces. χαζή αν δεν το καταλάβες, πες στη μαρού να στο μεταφράσει. προχθές έκλεισα τα εικοσιεπτά. όσο περνούσε η μέρα καταλάβαινα πόσο λάθος έχω χειριστεί καταστάσεις, πόσο λάθος έχω συμπεριφερθεί σε ανθρώπους. το ξέρω οτι θα μου πεις να μη σκάω κι όλα όμορφα κι ωραία αλλά δεν είναι έτσι. χάθηκαν. και δεν έκανα τίποτα για να το αποτρέψω. flamenco sketches (alternate take) μου ξύνεις την ψυχή. παραγίνεται μελό το κόλπο κι ο ψηλός στα ξένα θα κρατιέται να μη ξεράσει. σταματώ.

για το κλικ που ακούστηκε.
για τη διαπίστωση του πόσο μαλάκας είμαι.
για ένα έργο σ'ένα κακόφημο σινεμά.

θωμ

Saturday, January 19

τουεντησεβεν


you shall love whether you like it or not. emotions, they come and go like clouds. love is not only a feeling. you shall love. to love is to run the risk of failure, the risk of betrayal. you fear your love has died. 
perhaps it is waiting to be transformed into something higher.

Saturday, January 12

ε.

ας πούμε οτι είναι σάββατο και ξυπνώ και ντύνομαι και βάζω τα ακουστικά στ'αυτιά και βγαίνω βόλτα. έξω συναντώ εσένα και περπατάμε παρέα. γεμάτη η ερμού και προτιμάμε τη μητροπόλεως. κι οπως μιλάμε κάποια στιγμή ασυναίσθητα στρίβουμε αριστερά. καθόμαστε, παίρνεις νες, παίρνω γαλλικό, μιλάμε, γελάμε, κρυώνουμε, φοράμε μπουφάν, μιλάμε, γελάμε, κρυώνουμε, φεύγουμε. περπατάμε, σου μιλώ, σου ζητώ να με κοιτάς, σε παίρνω αγκαλιά και φεύγεις. ξαναφορώ τα ακουστικά και συνειδητοποιώ πως όλη αυτή την ώρα, ήμαστε στην πλάκα. και δεν τη σκέφτηκα. εσύ μου το είπες. και συνέχισα να περπατώ. και μπήκα στον εθνικό κήπο. όχι για τις φωτογραφίες, ούτε για τους φοίνικες. περισσότερο για να δημιουργήσω εικόνες που δεν την είχαν μέσα. και ξέρεις; τα κατάφερα. και μετά σου ξαναμίλησα. και σε ξανάδα και μύριζες όμορφα. και σε αγκάλιασα ξανά κι έφυγες.
ας πούμε οτι ήταν ένα σάββατο. το δικό σου σάββατο. το δικό μου σάββατο.

δεκαεφτά ιουλίου κι έξω χιονίζει. κοίτα!

θωμ