πονούσες.
πονούσες?
πιάνω την καρδιά μου με το αριστερό μου χέρι και τη σφίγγω και τη στίβω. και σταματώ να αναπνέω για δύο-τρία δευτερόλεπτα. κι όταν επανέρχεται η αναπνοή, μυρίζουν λουλούδια κι ακούω βιολιά. τη δευτέρα, βγήκα κάποια στιγμή απ'την Τετάρτη να μιλήσω στο τηλέφωνο. και πάτησα στην πλατεία και με τύφλωσε ο ήλιος και πήρα μια ανάσα όμορφη και μεγάλη και βαθειά και λυτρωτική και ο εγκέφαλος άδειασε. σα να πάτησα ένα κουμπί στα πλαϊνά του λαιμού, το μυαλό έκανε ανάκλιση και ότι υπήρχε μέσα χύθηκε στο δρόμο. και πάλι έκλεισα τα μάτια και άκουσα βιολιά.
αυτές οι αόρατες κλωστές που σε δένουν με κάποιους. να βλέπεις ανθρώπους που έχεις καιρό να δεις και μόνο το βλέμμα του και το γέλιο της και τα απροσάρμοστά του και τα λόγια της να σε τυλίγουν σαν ηλεκτρική κουβέρτα. να σε ζεσταίνουν, να σε γεμίζουν, να περνάς ξέγνοιαστα.
σε σένα και σε σένα και σε σένα και σε σένα που ήσαστε εκεί.
σε σένα που ήσουν και πριν και μετά.
σε σένα που ήσουν μετά.
λοβ.
Recent Posts
2 είπαν πως:
Βανέσσα π****τσα και κομπρέσα!
τον ψήλο πλησιάζεις τον Παναγιώτη πάντως...
εγώ που δεν ήμουν εκεί, δεν έχει λοβ??
Post a Comment